Περπατώ στον Μάρτη. Αφήνω τα βήματά μου να με ξεναγήσουν στα δρομάκια του που είναι μικρά και ταπεινά, όμως πλημμυρισμένα ήλιο και φως κεριών. Μυρωδιά θυμιάματος και λουλουδιών. Στολισμένα ομορφιά, ταπείνωση και δάκρυα. Ναι, δάκρυα. Πολύτιμα, αληθινά, απαραίτητα. Δεν τα φοβάμαι τα δάκρυα. Ποτέ δεν τα φοβήθηκα.
Πλήθος Αγίων με χαιρετούν στο διάβα μου. Πρότυπα. Παραδείγματα. Φάροι και σηματοδότες. Συνοδοιπόροι. Φίλοι. Κι ανάμεσά τους οι Απόκριες. Για άλλους αφορμή νηστείας. Για άλλους ξεφαντώματος. Ό,τι έχει ανάγκη ο καθένας. Ή ό,τι νομίζει πως έχει. Σε κάποιους είναι δυσάρεστο το μασκάρεμα. Ανασαίνουν με δυσκολία πίσω από το ξένο σώμα της μάσκας. Ιδρώνουν και ασφυκτιούν. Κάποιοι άλλοι, μόνο τότε ανασαίνουν. Το αληθινό τους πρόσωπο το φοβούνται. Το περιφρονούν, το απεχθάνονται. Λες κι αν το αντιμετωπίσουν στα ίσια, αν βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο με τον ενδότερο εαυτό τους, θα αντικρύσουν το γερασμένο πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι. Στο όνομα, λοιπόν, της Αποκριάς, κάποιοι μεθούν από κρασί και κάποιοι από κατάνυξη. Κάποιοι ξεφεύγουν από την ζωή και την βαρετή επανάληψή της και κάποιοι την ανακαλύπτουν στην πιο αληθινή της μορφή. Οι πρώτοι χορταίνουν το κορμί, οι δεύτεροι την ψυχή τους. Οι πρώτοι ντύνονται στολές και ρούχα περίτεχνα, οι δεύτεροι θεία χάρη κι ευλογία. Όλα είναι θέμα οπτικής. Επιλογών. Πάντα. Και πάλι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ούτε αυτονόητο. Γυμνοί να μην μείνουμε μόνο, να μην παγώσουμε. Κάτι να βρούμε να τυλιχτούμε.
9 Μαρτίου. Υποκλίνομαι στο μεγαλείο της γυναίκας. Καθεμία μοναδική, καθεμία ανεπανάληπτη όπως κάθε άνθρωπος, όπως κάθε ψυχή! Είναι λένε η γιορτή της. Μια μέρα αφιερωμένη σε αυτήν. Ψέμματα λένε. Όλος ο Μάρτιος είναι αφιερωμένος σε μια γυναίκα, σε εκείνη που επέστρεψε τον άνθρωπο στον Παράδεισο. Την Παναγία. Κι επειδή δεν φτάνει, δεν είναι αρκετός, ζητά και την συνδρομή του Απρίλη. Να, λοιπόν, κι οι Χαιρετισμοί Της. Πόσα Χαίρε, πόση χαρά… Το αλφάβητο αποκτά άλλη σημασία και με καλεί να το μάθω απ’ την αρχή για χάρη Της. Χαιρετισμοί κι αποχαιρετισμοί, πιασμένοι χέρι χέρι βαδίζουν τις ίδιες μέρες στα ίδια μέρη. Τόσο κοντά οι δυο τους. Μόνο μια πρόθεση τους διαφοροποιεί. Χαμογελώ. Πάντα η πρόθεση. Αυτή πίσω από όλα. Καλή ή όχι, πάντα αυτή είναι που μετρά… Παίζει, θαρρείς, την αριθμητική στα δάχτυλά… Χαιρετώ λοιπόν κι εγώ την κάθε Παρασκευή και βουτώ με προθυμία στο απύθμενο βάθος του Ακάθιστού της Ύμνου.
Στη στροφή, συναντώ το Ψυχοσάββατο. Τα Ψυχοσάββατα στην εκκλησία, όταν τα χείλη του ιερέα προφέρουν τόσα ονόματα και το σιτάρι γίνεται ένα με την κανέλα, την άχνη, τις σταφίδες και όλα τα άλλα υλικά, δεν ξέρω να πω ποιες ψυχές είναι εκείνες που χορταίνουν και ευφραίνονται περισσότερο. Των κεκοιμημένων ή των ζωντανών.... Η δική μου πάντως χορτάτη, δίνει ραντεβού με τη συγνώμη. Ο Εσπερινός της Συγχωρήσεως. Της άγιας συγχώρεσης, της αληθινής, της ανυπόκριτης, της γενναιόδωρης. Αυτής που ξεπερνά φόβους, πληγές κι εγωισμούς, αυτής που αγκαλιάζει τον φταίχτη και δεν τον καταδικάζει, αυτής που νοηματοδοτεί και δίνει αξία στην μετάνοια του. Κάθε μέρα τα χείλη μας ψιθυρίζουν «καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν,
ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν·» είναι φορές που το υποστηρίζει κι η ψυχή μας. Κι είναι αυτή η πιο σπουδαία προσευχή μας.
Κι ακολουθεί η Καθαρά Δευτέρα. Γεμάτη η ζωή μας από στιγμές χαρταετούς. Επιτυχίες, αποτυχίες, χαρές, λύπες, εκπλήξεις, απογοητεύσεις. Ένας χαρταετός κι εμείς. Άλλοτε πετάμε ψηλά, άλλοτε σερνόμαστε στο χώμα, πέφτουμε, χτυπάμε, απολαμβάνουμε την θέα, χαιρόμαστε το χάδι του ήλιου, το φύσημα του ανέμου, την παράξενη, απροσδόκητη ομορφιά που έχει το χώμα όταν το δεις πρόσωπο με πρόσωπο. Μπλεκόμαστε σε κλαδιά, καμιά φορά σκίζουμε και λίγο το υλικό μας. Κατά κύριο λόγο κινούμε εμείς τα νήματά μας, άλλες φορές πάλι γινόμαστε έρμαια στα κέφια του αέρα. Δεν πειράζει, όλα μέσα στο πρόγραμμα είναι. Καλό μας ταξίδι σε όποια φάση κι αν είμαστε. Σημασία έχει μόνο ένα πράγμα. Είμαστε φτιαγμένοι για να πετάμε ψηλά. Πάντα ποθούμε τον ουρανό και το φως του... Κι αυτό δεν αλλάζει με τίποτα. Κι αυτό τα αλλάζει όλα.
Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Νηστεύουμε τα πάθη, τις θλίψεις, την κακία. Η ζυμαρένια κυρά-Σαρακοστή, με τα εφτά της ποδαράκια και το ξεχασμένο στόμα ψήνεται στον φούρνο και μοσχοβολά όλο το σπίτι. Αχ, να της έμοιαζα λίγο, εύχομαι. Με έξι πόδια να έτρεχα με συναίσθηση στο δράμα και το πάθος. Με το έβδομο να άγγιζα την Ανάσταση. Και το στόμα ήσυχο, συνειδητοποιημένο, να ξέρει πότε να ανοίγει και τι να πει. Με διάκριση κι αγάπη να μοιράζει τις λέξεις. Κι ο σταυρός εκεί. Στο χέρι, στο κεφάλι, στην ψυχή. Σε μια πορεία στον Γολγοθά που πάντα τηρεί όσα φωτεινά υπόσχεται… Ένας περίπατος η ζωή, όλο σταυροδρόμια και μονόδρομους, λεωφόρους και αδιέξοδα. Πεζοδρόμια και άσφαλτο… κι αυτή να επιλέγει πάντα τον ίδιο δρόμο. Κι εγώ περαστικός διαβάτης, βάζω τα πιο άνετά μου παπούτσια και την ακολουθώ.
Και καταφτάνει κι η παγκόσμια μέρα της ποίησης. Φοράμε όλοι τα καλά μας και την υποδεχόμαστε με χαρά. Γιορτάζουμε βλέπεις. Στίχοι είμαστε στο ατελεύτητο ποίημα της ζωής. Σε ένα ποίημα που γράφεται λεπτό το λεπτό, βλέμμα το βλέμμα, με λέξεις ή σιωπές, αιώνες τώρα και θα γράφεται «νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Στίχοι όλοι μας ή κομμάτι τους. Άλλος κόμμα, άλλος τελεία, κάποιος αποσιωπητικό. Ρήμα, επίθετο, πρόθεση ή μετοχή. Παύση. Ίσως τόνος. Ή αστερίσκος. Και κάποιοι το κενό που μεσολαβεί ανάμεσα στον τίτλο και το ποίημα. Βαδίζω και στην πραγματικότητα, πέρα από τον χρόνο. Περνώ έξω από το δημοτικό που πήγαινα. Ίδιο το κυρίως κτίριο. Οι σκάλες οι τεράστιες των παιδικών μου χρόνων, μικρά σκαλιά μπροστά μου. Θυμάμαι τα πρώτα ποιήματα που έλεγα, την περηφάνια μου στην έπαρση της σημαίας, τη συγκίνηση στο άκουσμα του εθνικού μας ύμνου. Θυμάμαι και τις παρελάσεις. Με πόσο δέος συμμετείχα σε αυτές. Και πόσο καλά το έκρυβα, μην με πάρουν στο ψιλό οι συμμαθητές μου. Άραγε μοιραζόμασταν τις ίδιες σκέψεις; Ένιωθαν το ίδιο; Παίζαν κι αυτοί κρυφτό; 25η Μαρτίου. Αναρωτιέμαι πόσες μορφές έχει η σκλαβιά και πόσο αγώνα, «αρετή και θάρρος», όπως λέει κι ο ποιητής, η ελευθερία. Σε κάθε της μορφή. Εκείνη του μυαλού. Του κορμιού. Της ψυχής. Του ανθρώπου. Της κοινωνίας. Των λαών και των πατρίδων. Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Ένας Αρχάγγελος να συναντά την πιο αγγελική ψυχή που γνώρισε ο κόσμος. Συγκλονιστικό αντάμωμα. Εγκυμονεί την πιο χαρμόσυνη είδηση. Κυοφορεί την σωτηρία του κόσμου. Γεννά την ελπίδα. Τα μαθήματα μιας ολόκληρης ζωής, ενός ολόκληρου κόσμου σε λίγα μόλις λόγια και κινήσεις Της. Σε ένα καταφατικό νεύμα του κεφαλιού Της.
Κι ο δρόμος με βγάζει στην τελευταία μέρα του. Την τελευταία Κυριακή. Της Σταυροπροσκυνήσεως. Και ξεκάθαρα βλέπω την Ανάσταση που μας προσμένει, καθώς σκύβει και δίνει την σκυτάλη σε έναν κατανυκτικό, ευαίσθητο Απρίλη.
Τραβώ δυο κλωστές από το φουστάνι του Μάρτη και τις πλέκω. Τις κάνω ένα με σκέψεις, αισθήματα και λέξεις. Τις δένω στον καρπό μου και τον κουβαλώ ολόκληρο σ’ ένα μικρό βραχιόλι χειροποίητο. Κόκκινο και άσπρο. Ένα μήνα όλο πάθος κι αθωότητα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου