μενού

Αρχική Γνωρίστε μας Η Ψιλή κουβέντα Τέχνες

Σάββατο 30 Μαΐου 2020

LITTLE WOMEN –ΜΙΚΡΕΣ ΚΥΡΙΕΣ 2019 κριτική της Ανθό





Σκηνοθεσία: Γκρέτα Γκέργουιγκ. Διασκευασμένο σενάριο: Γκρέτα Γκέργουιγκ.
Ηθοποιοί: Σέρσια Ρόναν (Τζο), Φλόρενς Πιού (Έϊμι), Έμα Γουάτσον (Μέγκ), Λόρα Ντερν (μαμά Μάρνι Μαρτς), Ελίζα Σκάνλεν (Μπεθ), Τιμότε Σαλαμέ (Λόρι), Μέριλ Στριπ (θεία Μαρτς).

Αφήνοντας τις ταινίες με πραγματικά γεγονότα από τις ζωές συγγραφέων, ανοίγω έναν κύκλο ταινιών με βιβλία που αγαπήθηκαν πολύ και τη μεταφορά τους στη μεγάλη οθόνη.
Αναπόφευκτο για μένα να ξεκινήσω με ένα από τα πιο πολυαγαπημένα μου εφηβικά, και όχι μόνο, βιβλία.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Οι «Μικρές Κυρίες» είναι μια μυθιστορηματική αυτοβιογραφία της Αμερικανίδας Λουίζας Μέι Άλκοτ (1832-1888). Οι αρχές του πατέρα της, ο οποίος ήταν δάσκαλος, φιλόσοφος και μέλος του ρομαντικού και μεταρρυθμιστικού κινήματος των Υπερβατιστών, είναι ορατές και ευδιάκριτες στο έργο της, το πιο γνωστό από τα 30 βιβλία της. Στο βιβλίο της γνωρίζουμε την ίδια με τον μαχητικό, ηθικό και ευγενικό χαρακτήρα της. Στα χρόνια του αμερικανικού Εμφυλίου, κατατάχτηκε ως εθελόντρια νοσοκόμα. Προσβλήθηκε, από τυφοειδή πυρετό, και δεν κατάφερε να τον αντιμετωπίσει εντελώς. Πέθανε δύο ημέρες μετά τον πατέρα της.



Η ΤΑΙΝΙΑ
Η ταινία  διαδραματίζεται στην Νέα Αγγλία την εποχή μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο. Η Τζο η κεντρική ηρωίδα, ονειρεύεται και προσπαθεί να γίνει συγγραφέας, κόντρα στις πεποιθήσεις της εποχής, σύμφωνα με τις οποίες ο προορισμός της γυναίκας είναι να γίνει σύζυγος και μητέρα και να αγαπάει και να φροντίζει την οικογένειά της, μόνο.

«Οι γυναίκες έχουν μυαλά και ψυχές, όσο έχουν και καρδιές. Και έχουν φιλοδοξία και έχουν ταλέντο, όσο έχουν και ομορφιά. Και έχω κουραστεί τους ανθρώπους να λένε ότι ο έρωτας είναι το μόνο πράγμα που ταιριάζει στις γυναίκες. Έχω κουραστεί» λέει κλαίγοντας η Τζο στην μητέρα της.

Μέσα από την ματιά της Τζο, με ένα διαρκές flashback, παρακολουθούμε τη ζωή των αδελφών Μαρτς, από την παιδική τους ηλικία μέχρι και την αρχή της ενηλικίωσης τους. Τα παιδικά τους χρόνια, τα όνειρα, οι προσδοκίες, οι απογοητεύσεις, τα καρδιοχτύπια, οι καβγάδες, οι χαρές και λύπες των αδελφών Μαρτς κάνουν τα 135 λεπτά της ταινίας συναρπαστικά.

Η σκηνοθετική προσέγγιση της Γκέργουιγκ εξαιρετική και ιδιαίτερη. Η ταινία είναι γυρισμένη στη Μασαχουσέτη, όπου μεγάλωσε η Alcott με την οικογένειά της. Η κατοικία της οικογένειας Μαρτς, είναι αναδημιουργία του σπιτιού που μεγάλωσε η συγγραφέας. Στην ταινία δε της Γκέργουικ το αν θα παντρευτεί ή όχι η Τζο περνάει σε δεύτερη μοίρα· αυτό που επικρατεί είναι η αγωνία για το αν η Τζο θα καταφέρει να εκδώσει ένα βιβλίο της και να γίνει συγγραφέας. Το διαρκές flashback της ταινίας κάθε άλλο παρά κουραστικό είναι. Προσθέτει πολλά συν στην ατμόσφαιρα της ταινίας.



Οι ηθοποιοί υπέροχοι. Όλοι είναι ξεχωριστοί στον ρόλο που τους ανατέθηκε. Ιδιαίτερη μνεία θα κάνω στην Μέριλ Στριπ, την θεία Μαρτς, επειδή είναι αγαπημένη μου και πάντα η ερμηνεία της μοναδική!

Τα σκηνικά και τα κοστούμια μάς μεταφέρουν στην εποχή της ταινίας. Η μουσική επένδυση της ταινίας αποτελεί έναν ακόμα σημαντικό "ρόλο" που προστίθεται στο καστ.

Η 7η κατά σειρά μεταφορά στην μεγάλη οθόνη ανταποκρίνεται πλήρως στις απαιτήσεις ενός βιβλίου που βρίσκεται στα ράφια των βιβλιοπωλείων από το 1868 και το έχουν διαβάσει, το διαβάζουν και θα το διαβάσουν εκατομμύρια αναγνώστες.

Θα σας αφήσω με την αγαπημένη  μου φράση από την ταινία:
«-μπορεί κανείς να ζει διαβάζοντας μόνο βιβλία; -εγώ μπορώ!»




                                  Καλή θέαση!
               Χαμογελάτε φαρδιά και αναπνεύστε βαθιά
                                                      Ανθό




Σάββατο 23 Μαΐου 2020

Η Γενοκτονία των Ποντίων στη ζωγραφική του Γεωργίου Κόλα

 Για την  έκθεση του Κ. Φωτιάδη
·         
         
Το έργο Γενοκτονία από τη συλλογή του Γ.Κόλα, «Ποντιακή Γενοκτονία » (φωτ.: Gjergi Kola)

Στην πολυθεματική έκθεση «Πόντος – Δικαίωμα και Υποχρέωση στη Μνήμη» που επιμελείται ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας Κωνσταντίνος Φωτιάδης, συμμετέχει μεταξύ άλλων καλλιτεχνών και ο διεθνούς φήμης ζωγράφος, Γεώργιος Κόλα. (Gjergi Kola) ο οποίος ζει στην Ιταλία. Πρόκειται για έναν πολύ μεγάλο και σπουδαίο καλλιτέχνη, ο οποίος είχε φύγει από την Αλβανία, αφήνοντας τη δουλειά του ως καθηγητής και βρέθηκε στην Ελλάδα, στο χωριό Αλιάκμονας της Κοζάνης, το καλοκαίρι του 1991. Την αγάπη, τη στοργή και το πόνο, τα έβλεπε και τα αισθανόταν κάθε στιγμή. Έτσι ξεκίνησε και την «καλλιτεχνική του καριέρα» στην Ελλάδα, όπως λέει ο ίδιος σε συνέντευξη του στο Pontos-news.gr . Προσπάθησε να μάθει τι λένε τα τραγούδια των  Ποντίων, που έκρυβαν τόσο πόνο και καημό. Αλλά και οι χοροί  τους, που τον έκαναν να φαντάζεται θεατρικές παραστάσεις από την αρχαιότητα. Δύναμη, χαρά και πόνο μαζί.   


"Η ποντιακή λύρα ακουγόταν στα αυτιά μου σαν φωνές αρχαίων Ελλήνων"


Η μακρόχρονη και αποτελεσματική συνεργασία του με το μουσείο της Κοζάνης, με τον ιδρυτή του τον αξέχαστο Κωνσταντίνο Σιαμπανόπουλο, αλλά και η επαφή με πολλούς ανθρώπους από τις διάφορες ποντιακές κοινότητες, του έδωσε τη δυνατότητα να μάθει περισσότερα για τη γενοκτονία των Ποντίων.
Όμως οι πιο σημαντικές ήταν για τον Γ. Κόλα, οι συζητήσεις με τους ηλικιωμένους οι οποίοι είχαν βιώσει σκηνές φρίκης στη διάρκεια της επιθετικής και δολοφονικής στάσης από το τότε επίσημο τουρκικό κράτος. Αυτή η εμπειρία έγινε αφορμή να αποτυπώσει εικαστικά, με τον δικό του προσωπικό τρόπο,  τα γεγονότα. Όχι προκαλώντας τρόμο μέσα από τα έργα του, αλλά όπως ο ίδιος λέει, το σεβασμό προς τις αδικοχαμένες ανθρώπινες ψυχές. 

"Στοχεύοντας σε ένα μήνυμα διαμαρτυρίας για την τραγωδία που διαπράχθηκε σε βάρος της ανθρώπινης ζωής. Εναντίον παιδιών, των πιο ευαίσθητων και όμορφων πλασμάτων στον κόσμο, εναντίων μητέρων που φέρνουν στον κόσμο την ανθρώπινη ζωή, εναντίων αμάχων..."      
                                               
Ο Καθηγητής κ. Φωτιάδης επέλεξε να εκθέσει 20 έργα του καλλιτέχνη για την εν λόγω έκθεση, η οποία φιλοξενείται από τις 16 έως τις 22 Ιουνίου στην αίθουσα εκδηλώσεων του Μετρό στο Σύνταγμα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τη 19η Μαΐου.  



Το έργο «Η κραυγή της ορφανής» από τη συλλογή «Ποντιακή Γενοκτονία» (φωτ.:Gjergj Kola)


Ο Γεώργιος Κόλα χρησιμοποιεί απλά υλικά, θεωρώντας ότι: 

"Η τέχνη συνοδεύει την ανθρωπότητα από την προϊστορική εποχή, γεννήθηκε μαζί με τον άνθρωπο και είναι απαραίτητη για τη ζωή, τη μνήμη· αποτελεί μεγάλο κομμάτι των αξιών και των ευαισθησιών των ανθρώπων γενικά."


Η ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΝΗΠΙΩΝ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑ


     


ΑΝΕΙΠΩΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ; ΘΡΗΝΟΣ ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΟΣ;ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΣ;

Η σφαγή των νηπίων αποτελεί ένα από τα πιο τρομακτικά αν όχι το πιο τρομακτικό γεγονός που έζησαν οι Έλληνες του Πόντου και η ανθρωπότητα σε  περιόδους πολέμου παγκόσμια. 

Τραγικές μάνες αναγκάστηκαν να θυσιάσουν τον λόγο της ύπαρξης τους ως μάνες, τα ίδια τα μικρά τους, για να σωθεί ο υπόλοιπος πληθυσμός.

Εγκλωβισμένοι και περικυκλωμένοι από τους Τούρκους στο δάσος Βαϊβάτερε, για να κρυφτούν μπήκαν σε μια βαθιά σπηλιά. Τα πυρομαχικά τους λίγα. Σε λίγες ώρες θα ξημέρωνε. Ο μόνος τρόπος για να σωθούν να κινηθούν όσο ήταν ακόμα νύχτα. Αλίμονο! Το κλάμα των μωρών, τους πρόδιδε. Η επιλογή μονόδρομος μάλλον. Ή θα τους σκότωναν όλους ή το αδιανόητο. Με τη θυσία των μωρών θα γλίτωναν οι πολλοί.

Μπορεί κανείς να ακούσει τους χτύπους  της καρδιάς των μανάδων; Μπορεί ανθρώπινος νους να ζήσει νοερά τη νύχτα εκείνη; Μπορεί  κανείς να βάλει στη θέση τους τον εαυτό του; Μπορεί κανείς να νιώσει τα συναισθήματά τους;  Μπορεί κανείς να κρίνει; ΟΧΙ!
Ό που και να τοποθετήσει κάποιος  τον εαυτό του στις σκέψεις του, εκείνη τη νύχτα, η απόφαση είναι αδύνατη. Ένα είναι σίγουρο πως η βαρβαρότητα του πολέμου, η αγριότητα, ο παραλογισμός, ο φόβος, ο τρόμος είναι λέξεις αδύναμες  να περιγράψουν τη νύχτα εκείνη.
Αντίστοιχες  μαρτυρίες υπάρχουν και για  άλλες περιοχές με μεγαλύτερα παιδιά όπου η άλλη  επιλογή ήταν αυτή του θανάτου, από το να πέσουν στα χέρια των Τούρκων, που θα βιαζόταν πολλαπλά μέχρι να ξεψυχήσουν. γινόταν δύσβατος μονόδρομος που έπρεπε οι δόλιες οι μάνες να τον περάσουν ολομόναχες αλλά και να τον πληρώσουν με αβάσταχτο πένθος για την υπόλοιπη ζωή τους.

Θα κλείσω  την ευχή των Μικρασιατών –Ποντίων προγόνων μου:
«Να μην δώσει ο Θεός στον άνθρωπο όσα μπορεί ν’ αντέξει».

Χαμογελάτε φαρδιά και αναπνεύστε βαθιά


Η Ελένη Νυμφοπούλου-Παυλίδου περιγράφει μια από τις ατέλειωτες τραγικές νύχτες   της Γενοκτονίας των Ποντίων, με τη βοήθεια  του οπλαρχηγού Ευκλείδη Κουρτίδη. Η αφήγηση από τον Τάκη Βαμβακίδη, μουσική του Δημήτρη Πιπερίδη, για τα νήπια της Σάντας.


                    

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Μαγιάτικο Στεφάνι του Σπύρου Βασιλείου


Μαγιάτικο Στεφάνι του Σπύρου Βασιλείου

Βιογραφικό του Σπύρου Βασιλείου



Ο Σπύρος Βασιλείου γεννήθηκε στο Γαλαξίδι το 1902. 
Είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς και αναγνωρίσιμους Έλληνες εικαστικούς. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Ήταν ζωγράφος, χαράκτης, διακοσμητής, δάσκαλος και συγγραφέας, με περισσότερα από 5.500 έργα στο ενεργητικό του. 
Πέθανε στην Αθήνα στις 22 Μαρτίου 1985.

Για την ομάδα Pearls n'Roses

Μαρία Λάμπρου

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Η ΜΠΟΡΑ - της Σοφίας Κορωνίδου







Οι γλάστρες με τα φουξ, γαλάζια και λευκά ανθάκια στέκονταν στην άκρη του κήπου, παρατεταγμένες στη σειρά σαν πειθαρχημένοι στρατιώτες.  Τα μαύρα σύννεφα στον ουρανό όλο και πύκνωναν και κάπου μακριά έπεσε ένας κεραυνός. Η μπόρα πλησίαζε απτόητη και απειλητική σαν θυμωμένη γυναίκα. 

«Στο είπα, αδερφή» έκανε ανυπόμονα ο φύλακας «αυτή είναι η εποχή των βροχών.  Άργησε κιόλας.  Αυτό τον καιρό εδώ, έτσι και ξεκινήσει να βρέχει, ξεχνάει να σταματήσει.  Δεν υπάρχει περίπτωση να φυτέψεις τώρα τα λουλούδια σου.  Πρέπει να περιμένεις.»

Η μοναχή κούνησε το κεφάλι της σκεπτική.  Σε λίγες μέρες θα κατέφταναν τα πρώτα ορφανά, ήθελε πάση θυσία να έχει έτοιμο τον κήπο της. Να βρουν λίγη ομορφιά σαν φτάσουν, λίγη παρηγοριά.  Έριξε μια παρατεταμένη ματιά στο ζοφερό ουράνιο στερέωμα και κατόπιν σήκωσε αποφασιστικά το ράσο της και πάτησε το χώμα του κήπου.

«Μα τι κάνεις, αδερφή;» την επέπληξε ο φύλακας «Σε λίγο θα ρίξει κατακλυσμό! Όχι λουλούδια δε θα φυτέψεις, θα γίνεις μουσκίδι! Θα αρπάξεις καμιά πούντα!»

Δεν ήταν τόσο το ενδιαφέρον του για την καλή υγεία της μοναχής.  Μα, να, ήταν άντρας και έπρεπε να αποδειχτεί πώς έχει δίκιο.  Ειδάλλως, θα ανατρεπόταν η ισορροπία του σύμπαντος. 

Η αδερφή Ισιδώρα δεν έδινε πια σημασία σ’ αυτά.  Ο μόνος άντρας που υπολόγιζε ήταν ο Ιησούς, κι αυτός ποτέ δεν είχε προσπαθήσει να της επιβάλλει τη γνώμη Του.

Σήκωσε το βλέμμα της στον ουρανό, ένωσε τις σκληρές και γεμάτες κάλους από τις δουλειές της μονής- μα ωστόσο τόσο απίστευτα απαλές όποτε χάιδευε τα μαλλιά ενός φοβισμένου παιδιού- παλάμες της και αποφάσισε να πει το παράπονο της στην προστάτιδα της σκήτης της, τη βασίλισσα των αγγέλων.

«Μητέρα, βοήθησε να φυτέψω λίγα λουλούδια για τα παιδιά.» μουρμούρισε και μετά χωρίς δισταγμό κατευθύνθηκε προς τα γλαστράκια της που περίμεναν χαρούμενα για να ενωθούν ξανά με τη δική τους μητέρα.

Ο φύλακας την παρακολουθούσε κρύβοντας την αγανάκτηση του για την ξεροκεφαλιά της κάτω από ένα ειρωνικό μειδίαμα.  Καλόγρια ξε-καλόγρια, θα το φχαριστιόταν μόλις την έβλεπε να τρώει τη βροχή κατακέφαλα.  Θα παραδεχόταν σίγουρα το λάθος της κι αυτός θα τη συγχωρούσε ταπεινά.  Σταύρωσε τα χέρια του μπροστά στο στήθος και περίμενε τη δικαίωση του.

Η γυναίκα έπιασε δουλειά και γονατισμένη στο μαλακό χώμα, άνοιγε με το φτυάρι της τρύπες και έχωνε με άξια και γρήγορα χέρια εύθραυστες ριζούλες μέσα στη γη. Τα λεπτά περνούσαν χωρίς καμία σταγόνα να πέφτει από τα μαύρα σύννεφα, που στέκονταν πια ακίνητα σαν σκούρες πινελιές στο θεόρατο πίνακα του ουρανού.  Ήταν λες και η πλάση κρατούσε την αναπνοή της και περίμενε.  Σε λίγο το φως γύρω τους άλλαξε και ο φύλακας κοίταξε ψηλά με απορία. 

Ούτε ένα σύννεφο δεν υπήρχε πια.  Ο ήλιος έλαμπε ολόλαμπρος και αν ο άντρας δεν ήταν τόσο πεισματάρης και περήφανος, θα έβγαζε το πανωφόρι του γιατί είχε αρχίσει ήδη να ζεσταίνεται.

Μετά από κάμποσο, η μοναχή ολοκλήρωσε τη δουλειά της. Το άχαρο και σκονισμένο κομμάτι γης είχε μεταμορφωθεί σε ζωγραφιά του παραδείσου.  Σκούπισε τον ιδρώτα από το μέτωπο της ευχαριστημένη.  Τώρα έμενε μόνο να τα ποτίσει.  Η σκέψη αυτή, ομολογουμένως, την προβλημάτισε γιατί τα λουλούδια ήταν κάμποσα, η κούραση της αρκετή και το ποτιστήρι ένα και παλαιολιθικό.  Ο φύλακας διάβασε τη σκέψη της και χαμογέλασε ξανά χαιρέκακα.

«Ωραία τα φύτεψες, αδερφή.  Γεια στα χέρια σου!» την επαίνεσε με γενναιοδωρία «κι από ότι φαίνεται η καλοκαιρία θα κρατήσει.  Καλό κουράγιο με το πότισμα, τώρα!»

Τα  μάτια του κάτω από τα πυκνά φρύδια στένεψαν με κακία.  Για να βοηθήσει στο πότισμα, ούτε κουβέντα.  Αφού αυτή η πεισματάρα ήθελε να φυτέψει σώνει και καλά σήμερα, ας τα έβγαζε πέρα μόνη της.  Η αδερφή Ισιδώρα τον ευχαρίστησε για τα καλά του λόγια με ένα γνέψιμο και αφού σάρωσε τον ανοιχτό χώρο με το βλέμμα για να εντοπίσει το αρχαίο σκουριασμένο ποτιστήρι, κατευθύνθηκε προς τα εκεί. 

Όμως, μόλις πάτησε το πόδι της στο τσιμέντο, που έκαιγε ακόμα από την θερμή επίθεση του ήλιου, ένας δυνατός άνεμος φύσηξε και λίγα δευτερόλεπτα μετά ακολούθησε μια δυνατή βροντή.

Η Ισιδώρα κοίταξε τον σκοτεινιασμένο ουρανό με ένα χαμόγελο βαθιάς ευγνωμοσύνης να ανθίζει στο κουρασμένο της πρόσωπο.  Στη συνέχεια, έτρεξε γρήγορα κάτω από το υπόστεγο για να φυλαχτεί από τη νεροποντή.





Popular Posts